Με ποια από τις δύο μοιάζει περισσότερο η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα; Με αυτή του Μονέ ή του Ντε Γκωλ;
Η Ελλάδα από το 2021 έως σήμερα έχει εκταμιεύσει 11,1 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και δάνεια. Η χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας κατόπιν της πρότασης αναθεώρησης που υπέβαλλε η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανήλθεστα 36 δισ. ευρώ έως το 2026. Με την παραδοχή ότι η Ελλάδα το 2021 φαίνεται να συνεχίζει να ευεργετείται από την ΕΕ σημαντικά σε σχέση με άλλες χώρες έχει μέχρι τώρα διανύσει μια εξαιρετικά δύσκολη δεκαετία λιτότητας έχοντας μπροστά της να αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Η ΕΕ γίνεται σωσίβιο σωτηρίας αλλά και μονόδρομος για την βιωσιμότητα της χώρας.
Ο Ευρωσκεπτικισμός, αν και αποτελούσε μια ενδιαφέρουσα κριτική του Ευρωπαϊκού Εγχειρήματος, ωστόσο θεωρούνταν γραφική από πολλούς. Σήμερα το ποσοστό εκείνων που αμφισβητούν την ενωσιακή πολιτική βαίνει αυξανόμενο. Ενώ το όραμα για μια Ευρωπαϊκή Ένωση αγκαλιάστηκε πρωτίστως από την δυτική Ευρώπη, οι ευρωσκεπτικιστές των πιο προηγμένων χωρών σήμερα προβάλλουν αντιρρήσεις κυρίως οικονομικής φύσης. Γιατί οι δυνατότεροι να αναγκάζονται να συμπλεύσουν με τους αδύνατους; Αντίθετα, οι πολίτες των λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών, διατηρούν επιφυλάξεις καιεπιχειρήματα που σχετιζόταν με το φόβο της αλλοίωσης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των κρατών τους, της παραχώρησης εξουσιών κ.α.
Η συνοχή ως στόχος ανυπέρβλητος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφορά όχι μόνο στην σχέση μεταξύ των κρατών μελών αλλά και στη διασφάλιση ενός ισχυρού συστήματοςοικονομικής εξισορρόπησης της τοπικής αυτοδιοίκησης κάθε κράτους μέλους. Κι αυτό προκειμένου να υπάρχει ανάπτυξη στις περιφέρειες, που τώρα βρίσκονται εξαιρετικά χαμηλά οικονομικά και αναπτυξιακά σε σχέση με τις πρωτεύουσες. Στο όνομα λοιπόν της μείωσης των οικονομικών ανισοτήτων, αλλά και ευρύτερα στην αύξηση της πρόσβασης σε ευκαιρίες, θα πρέπει να δούμε πόσο ο μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αξιολογήσει ορθά τις ανάγκες που υπάρχουν ανά κάθε κράτος μέλος αλλά και ανά περιφέρεια.
Το γεγονός ότι ορισμένες χώρες συνεισφέρουν περισσότερο στην ΕΕ από όσα λαμβάνουν από αυτή, προκαλεί αντιδράσεις και κυρίως στις περιφέρειες.Μετά το παράδειγμα του Brexit του Ηνωμένου Βασιλείου η ΕΕ θα πρέπει να ισχυροποιήσει την ταυτότητά της, ξεκινώντας έναν ουσιαστικό διάλογο για τη μελλοντική κατεύθυνση και τη μεταρρύθμιση της. Η πιθανότητα να ακολουθήσουν και άλλοι το παράδειγμα του ΗΒ είναι πολλές όχι μόνο για οικονομικούς λόγους αλλά και γιατί η ποιότητα της ζωής τους δεν ανταποκρίνεται στο ευρωπαϊκό πρότυπο παρουσιάζοντας τεράστιο χάσμα με τις προηγμένες ελίτ χώρες. Μοιραία η σύγκριση γίνεται καθημερινά, και για τις προηγμένες χώρες μπορεί να επέρχεται καθυστέρηση μιαςπεραιτέρω αναπτυξιακής πορείας, αλλά για τους υπολοίπους σημαίνει, ένας συνεχής αγώνας δρόμου και πίεσης ώστε να ανταπεξέλθουν χωρίς να μπορούν στον «ευρωπαϊκό» τρόπο ζωής.
Όλα φαίνεται να έχουν να κάνουν με τη διαφάνεια, τόσο της κατανομής των πόρων όσο και του ελέγχου για το αν οι πόροι αυτοί χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά και αποδοτικά. Πολλοί παραδεχόμαστε ότι η μέτρηση και κατανομή των δημόσιων δαπανών είναι ένα πολύπλοκο και δύσκολο έργο. Εντός των χωρών, οι δημόσιες δαπάνες περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές κατηγορίες και υπό κατηγορίες και δυσχεραίνουν την ομογενοποίηση και την διαχείριση των δεδομένων, καθώς και την επεξεργασία πολλώ δε μάλλον όταν όλα τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να συνταχθούν με τα διαφορετικά συστήματα καταγραφής δεδομένων μεταξύ των χωρών.
Η δίκαιη κατανομή των δημόσιων δαπανών είναι πολύ σημαντικός δείκτης εμπιστοσύνης στο κράτος και την ΕΕ και η ερώτηση για το εάν μια περιφέρεια λαμβάνει ή όχι υπερβολικά μεγάλη δημόσια χρηματοδότηση, δεν έχει εύκολη απάντηση.
Ο Dijkstra προσπαθεί μεθοδολογικά να εξετάσει πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί πιο δίκαιη κατανομή των δημόσιων δαπανών. Αν κάθε περιφέρεια διαχειριζόταν αυτόνομα πχ τα φορολογικά έσοδά της χωρίς να μοιράζεται τους πόρους της με άλλες περιοχές αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανεξαρτησία αλλά και την αυτοδιάθεση κάθε περιοχής. Ωστόσο μια προσέγγιση με βάση το ΑΕΠ, θα σήμαινε μηδενική αλληλεγγύη. Εναλλακτικά, θα μπορούσαμε να εστιάσουμε στην αποτελεσματικότητα που θα έφερε μια δημόσια χρηματοδότηση με την επιλογή έργων με υψηλή πιθανότητα να παράγουν θετικά αποτελέσματα σε σχέση με το κόστος τους αποφεύγοντας αποτυχημένες επενδύσεις.
Σε άλλο τόνο από την προσέγγιση της αποτελεσματικότητας, θα μπορούσε να λειτουργήσει η διατήρηση ενός σταθερού επιπέδου χρηματοδότησης (αρχή της συνέχειας και της σταθερότητας), ανεξαρτήτως των αναγκών ή των αλλαγών στις συνθήκες. Με απόλυτο κοινωνικό πρόσημο, η προσέγγιση της ισότητας εισροών, με την ανακατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης από τις πλουσιότερες περιφέρειες προς τις φτωχότερες, ή την προσέγγιση της ισότητας της παραγωγής, που εστιάζει στη διασφάλιση ότι όλοι οι πολίτες λαμβάνουν ίσες παροχές και επίπεδο υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής τουςκαι το κόστος παροχής των υπηρεσιώνσε κάθε περιοχή. Τέλος, η προσέγγιση τηςκαταπολέμησης των ανισοτήτων υπερβαίνοντας την εξίσωση εισροών και εκροών ώστε να παρέχεται η μέγιστη δυνατή χρηματοδότηση σε περιφέρειες που βρίσκονται σε χειρότερη οικονομική κατάσταση. (Lewis Dijkstra, 2024).
Όσο δίκαιη ή άδικη θα είναι αυτή μοιρασιά, πάντα θα υπάρχουν ευεργέτες και ευεργετημένοι, και πάντα όλα θα γίνονται με κάποιο τίμημα. Αν και η Πολωνία το 2021 ευεργετήθηκε εξαιρετικά από την ΕΕ αντίθετα από την Γερμανία η οποία βρισκόταν στην κορυφή της κατάταξης για την συνεισφορά της την ΕΕ, η ενιαία αγορά της ΕΕ αύξησε το μέσο εισόδημα των Γερμανών σε σημαντικά μεγάλο ποσοστό (Katharina Buchholz,2023). Συνεπώς, το ερώτημα δεν είναι ποιος αδικείται χρηματοδοτικά αλλά αν η Ευρωπαϊκή Ένωση ανταποκρίνεται επιτυχώς στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει. Τελικά, όταν δεν ξέρεις σε ποιο λιμάνι κατευθύνεσαι κανένας άνεμος δεν είναι ούριος, έλεγε ο Σενέκας. Αλλά τελικά τι ακριβώς εννοούμε με την «ευρωπαϊκή» ολοκλήρωση; Ξέρει κανείς να μας πει;
Δρ. Βενετία Κουσία
Εκτελεστική Διευθύντρια Compete GR
Πηγή: morningview.gr