Δεν θα το περίμενε κανείς ότι σ’ ένα ψηφιακό κόσμο γεμάτο αυτοματισμούς, εργαλεία και ρομπότ αυτό που λείπει είναι ο άνθρωπος. Ανασκευάζοντας την οικονομική θεωρία περί του βασικού οικονομικού προβλήματος κάθε κοινωνίας μπορούμε να υποστηρίξουμε πως το νέο παγκόσμιο οικονομικό πρόβλημα προέρχεται από τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ τους πλήθους των αναγκών που οι αγορές εργασίας επιδιώκουν να ικανοποιήσουν και του περιορισμένου ανθρώπινου δυναμικού που υπάρχει για την ικανοποίηση αυτών των αναγκών.
Η δημογραφική αλλαγή και η συρρίκνωση του ανθρώπινου παραγωγικού δυναμικού στις δυτικές κοινωνίες δημιουργεί νέες καταστάσεις, η οποία αντιμετωπίζει αμήχανα την έλλειψη των ανθρώπων (αριθμητικά) ενώ παράλληλα έχει να αντιμετωπίσει υψηλά ποσοστά ανεργίας, μαζικές και βίαιες μεταναστευτικές ροές αλλά και μετανάστευση που επιδιώκεται από χώρες ως παράγοντας αναπτυξιακής πολιτικής και μεταφοράς καινοτομίας και γνώσης. Πολλές χώρες προσπαθούν να μετριάσουν τις επιπτώσεις της δημογραφικής αλλαγής στην αγορά εργασίας, με την εισροή μεταναστών με προγραμματισμό ετήσιας βάσης. Αυτές οι πολιτικές θα πρέπει να βασίζονται αρχικά σε μια οργανωμένη και συστηματική καταγραφή των αναγκών της χώρας και όχι να αποτελούν αντιγραφή με μεταφορά πολιτικών από άλλες με παρόμοια συμπτώματα.
Η έννοια της μετανάστευσης δεν έχει για όλες τις χώρες την ίδια βαρύτητα. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που λόγω της γεωπολιτικής της θέσης και γεωγραφίας της, τείνει να είναι επιφυλακτικότερη σε πολιτικές προσκείμενες σε εισροή ξένου πληθυσμού ακόμα και αν διαφοροποιείται από αυτή της νόμιμης μετανάστευσης εργατικού δυναμικού. Το παράδειγμα άλλων χωρών πχ Αυστραλίας, ενώ δεν αντιμετωπίζουν τις ίδιες προκλήσεις έχουν ωστόσο αυστηρά συστήματα ένταξης μεταναστών για εργασία και πολιτικές που έχουν σχεδιαστεί πολύ προσεχτικά προκειμένου να γίνεται αυστηρή επιλογή ειδικευμένων μεταναστών ώστε να μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Τα συστήματα αυτά έχουν σχεδιαστεί μετά από διεργασίες καταγραφής και αξιολόγησης των αναγκών στοχεύοντας σε εξειδικευμένους εργαζόμενους προκειμένου να υποστηρίξουν την οικονομική ευημερία της χώρας και να ενισχύσουν το εργατικό δυναμικό της.
Φαίνεται πως ένα τέτοιο έργο αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της πολιτείας καθώς αν δούμε παραδείγματα άλλων χωρών (πχ Καναδάς) που έχουν προχωρήσει πολύ με δομημένες διαδικασίες συμμετοχής των αλλοδαπών στο εργατικό δυναμικό τους, χρησιμοποιούν εξειδικευμένα συστήματα αξιολόγησης της μετανάστευσης (υnskilled immigration point systems) και ολοκληρωμένα εργαλεία κατάταξης (comprehensive ranking system CRS) για την αξιολόγηση, την κατάταξη και την επιλογή υποψηφίων με βάση την ηλικία, την εκπαίδευση, τις γλωσσικές δεξιότητες, την εργασιακή εμπειρία και άλλους παράγοντες με ελάχιστο όριο επιλεξιμότητας. Υπογραμμίζεται ο ρόλος της ποιοτικής επιλογής ανθρώπων με σαφή κριτήρια ανάλογα με τη θέση ή την περιοχή αλλά και με διαφάνεια.
Μην ξεχνάμε πως μια ανισορροπία ή μια λάθος στρατηγική μπορεί να έχει εξαιρετικά δυσάρεστα αποτελέσματα (πχ μισθολογικές διαφοροποιήσεις μεταξύ αλλοδαπών και ημεδαπών, πολίτες δύο ταχυτήτων, φαινόμενα ρατσισμού κ.α.).
Η Ελλάδα, με την ενίσχυση της επαγγελματικής κατάρτισης και της απαχολησιμότητας βαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση προκειμένου να αντιμετωπίσει την υψηλή ανεργία. Παράλληλα, όμως θα πρέπει να θεσπιστούν προγράμματα μετανάστευσης για τους επιχειρηματίες, επενδυτές και αυτοαπασχολούμενους με ταυτόχρονη βελτίωση του νομικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις/ επενδύσεις. Οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται δεν θα πρέπει να γίνουν σπασμωδικά και χωρίς ενδελεχή μελέτη για την επικρατούσα κατάσταση και ταυτόχρονα με σαφή καθορισμό στόχων.
Βλέπουμε διεθνώς να προωθούνται συνεργασίες μεταξύ χωρών στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης, με την εισαγωγή μαθημάτων γλώσσας, κουλτούρας και τεχνικής εκπαίδευσης προκειμένου οποιαδήποτε ένταξη να ξεκινήσει πριν από τη μετανάστευση. Επίσης να υιοθετούνται συστήματα Express Entry και διαδικασιών μετανάστευσης δύο σταδίων με αρχικά προσωρινή-δοκιμαστική περίοδο διαμονής και κατόπιν μόνιμης. Σε οποιαδήποτε προσπάθεια της Ελλάδας να εφαρμόσει τέτοιες στρατηγικές, απαραίτητο είναι να υπάρχει ένα δομημένο έγκυρο σύστημα βάσης δεδομένων που να εντοπίζει τις ανάγκες, να αποκλείει την δυνατότητα πλήρωσης θέσεων από εγχώριο ανθρώπινο δυναμικό, να εξάγει με ακρίβεια τις απαιτούμενες δεξιότητες και να αναζητά εκτός της χώρας το καλύτερο δυνατό προσωπικό.
Βέβαια μια τέτοια διεργασία απαιτεί μια εκτενή προετοιμασία η οποία θα είναι αποτέλεσμα τόσο της ψηφιακής σύνδεσης διάφορων φορέων πχ ΔΥΠΑ, Υπουργείου Εργασίας, Πανεπιστημίων-Σχολών και εταιρειών- ανέργων, αλλά και καλού συντονισμού. Η επιτυχία οποιασδήποτε προσέγγισης σημαίνει πως στο τέλος της ημέρας θα είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε τον αριθμό και τα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου κεφαλαίου που φέρνουν στην χώρα κέρδος μετά από την ενσωμάτωσή.
Σε κάθε περίπτωση, η στοχευμένη εκπαίδευση, η ακριβής εκτίμηση και υπολογισμός των αναγκών και το σωστό συνταίριασμα ανθρώπινου δυναμικού και θέσεων εργασίας μετατρέπει την μετανάστευση σε ένα πεδίο ανταγωνισμού σε διεθνές επίπεδο για την προσέλκυση των καταλληλότερων και όχι μόνο των καλύτερων. Άραγε η χώρα καταγωγής θα λαμβάνει credits ή penalties για τους καλύτερους που διώχνει;
Πόσο εύκολα μπορεί η Ελλάδα να κρατήσει τους καλύτερους, να βελτιώσει τους υπολοίπους αλλά και να προσελκύσει τους διαφορετικούς;
Δρ. Βενετία Κουσία
Εκτελεστική Διευθύντρια Compete GR
Πηγή: morningview.gr