Οι επιδόσεις στις φετινές Πανελλαδικές εξετάσεις επιβεβαίωσαν σε μεγάλο βαθμό τον προβληματισμό που προκάλεσαν τα αποτελέσματα του Προγράμματος Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA) για την Ελλάδα τα οποία κατέγραψαν για τους Έλληνες μαθητές πολύ χαμηλές επιδόσεις για το 2022.
Οι Πανελλαδικές 2024 ανέδειξαν χαμηλές επιδόσεις του συνόλου των μαθητών παρόλο που στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες η μάθηση προσφέρεται από πολλούς φορείς εκτός από τη σχολική μονάδα, εξωσχολική υποστήριξη, φροντιστήρια, ιδιαίτερα μαθήματα γενικών μαθημάτων κτλ. Ακόμα και αν κατηγορήσει κανείς το επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων, ακόμα και αν ισχύει, δεν πρέπει να μείνουμε σε μια απαιτητική ίσως εξεταστική αλλά να δούμε πίσω από το προφανές.
Στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις έγραψε βαθμό κάτω του δέκα (10) το 59,87% των μαθητών στην Ιστορία, το 58,95 στη Φυσική και το 58,37 στα Μαθηματικά. Καλύτερες επιδόσεις οι μαθητές είχαν στην Νεοελληνική Γλώσσα και τη Λογοτεχνία με μόλις το 12,85% να έχει γράψει κάτω του δέκα (10) ενώ στα υπόλοιπα μαθήματα τα ποσοστά χαμηλής απόδοσης κάτω του δέκα καταγράφηκαν πάνω από το 30% των μαθητών.
Πηγή: Στατιστικά των Βαθμολογικών Επιδόσεων των Πανελλαδικών Εξετάσεων 2024, Φοιτητικά Νέα
Πολλές είναι οι συζητήσεις και τα ερωτήματα κατά πόσο η δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι δημόσια. Προφανώς το εύλογο ερώτημα συνδέεται με το αποτέλεσμα της εκπαιδευτικής υπηρεσίας και πόσο αυτό μπορεί να έχει επιτυχία όταν ο μαθητής πχ δεν έχει τη δυνατότητα να πληρώσει ένα φροντιστήριο ή να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα. Δεν θα αναφερθούμε αν μπορεί να γραφτεί στο καλύτερο ή στο πιο ακριβό με τις περισσότερες επιτυχίες φροντιστήριο ή αν θα έχει καθηγητές στο σπίτι κτλ. Πρέπει να δούμε την ποιότητα της δημόσιας υπηρεσίας σε σχέση με την ποιότητα των φροντιστηριακών υπηρεσιών και τις εκπαιδευτικές ανισότητες που προκύπτουν καθώς στην πραγματικότητα σε μια δημόσια παιδεία θα έπρεπε να έχουν όλοι ίσες ευκαιρίες.
Σε μια χώρα λοιπόν με δημόσια παιδεία, θα περίμενε κανείς πως η δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία δίδεται ολοκληρωμένα και χωρίς κενά προκειμένου οι μαθητές στηριζόμενοι σε αυτή, να επιτυγχάνουν στις εισαγωγικές εξετάσεις. Τότε μόνον θα ήμασταν σε θέση να αξιολογήσουμε ορθά την υπηρεσία και να προτείνουμε βελτιώσεις.
Σήμερα τα ελληνικά νοικοκυριά σπαταλούν στην «σκιώδη εκπαίδευση» ετησίως περίπου 5,2 δισ. ευρώ στο σύνολο των εκπαιδευτικών βαθμίδων με το 1,9 δισ. ευρώ να δαπανάται στη φροντιστηριακή υποστήριξη για τα μαθήματα του σχολείου, τις ξένες γλώσσες και τα ιδιαίτερα μαθήματα (ΕΛΣΤΑΤ, ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ). Εδώ αν σκεφτούμε και το αδήλωτο ποσό που δαπανάται, η εικόνα γίνεται ακόμα πιο χαοτική.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν είμαστε σίγουροι τί φταίει για τις κακές επιδόσεις των μαθητών μας. Φταίει η ανεπαρκής δημόσια εκπαίδευση, η χαμηλή ποιότητα των φροντιστηριακών υπηρεσιών, οι κακοί μαθητές, οι απαιτητικοί γονείς ή μήπως η προσκόλληση στο φαίνεσαι; Καθώς όλη η πορεία προς το πανεπιστήμιο στηρίζεται σε ένα παράδοξο σύστημα, που τελικά κανείς δεν φέρει αποκλειστική ευθύνη και που δεν έχει ως γνώμονα την ουσιαστική μάθηση αλλά την βαθμοθηρία και την διατήρηση μιας αγοράς φροντιστηρίων που καλύπτουν τα κενά ή άλλοτε αποτελούν τη βασική μαθησιακή λειτουργία, η οποία θα έπρεπε να είναι δεδομένη, όλα γίνονται πολύπλοκα.
Κοντά σε όλα αυτά, η τύχη. Η ημέρα των εξετάσεων είναι η καθοριστική ημέρα για το μέλλον των μαθητών, που σε περίπτωση κακοτυχίας ή αδιαθεσίας ο μαθητής κρίνεται για την προσπάθεια ενός ολόκληρου έτους. Μέσα σε αυτήν την κουλτούρα μάθησης θα πρότεινα να μην περιμένουμε την τύχη, αλλά να καθίσουμε όλοι στο ίδιο τραπέζι για να αλλάξουμε διαδικασίες, νοοτροπία και τελικά την μπερδεμένη πραγματικότητα.
Οι καλές επιδόσεις δεν θα έρθουν ως σκοπός αλλά ως αποτέλεσμα μιας επιδραστικής και παραγωγικής διαδικασίας μιας ενισχυμένης και αυτάρκους δημόσιας εκπαίδευσης, απαλλαγμένης από δορυφόρους, αφήνοντας πίσω για τους μαθητές το άγχος της μάθησης ή των βαθμών. Οι καλές επιδόσεις θα έλθουν ως αποτέλεσμα προσεκτικών, στοχευμένων δαπανών για τη δημόσια εκπαίδευση και ριζικών μεταρρυθμίσεων. Οι καλές επιδόσεις θα προκύψουν από ένα ταξίδι γνώσης, δημιουργίας και έμπνευσης.
Δρ. Βενετία Κουσία
Εκτελεστική Διευθύντρια Compete GR
Πηγή: morningview.gr