Με επαγγελματική διαδρομή που ξεπερνά τις τρεις δεκαετίες και καθήκοντα που περιλαμβάνουν τη διοίκηση, την οργάνωση νεοσύστατων εταιρειών ή την ανασυγκρότηση / αναδιοργάνωση παραδοσιακών εταιρειών εν λειτουργία, τον Στρατηγικό Σχεδιασμό και την Ανάπτυξη Προϊόντων και Υπηρεσιών για πολυεθνικές και ελληνικές εταιρείες, η Δρ. Βενετία Κουσία είναι από τις πιο δυναμικές γυναίκες της γενιάς της και από τους ανθρώπους που ο λόγος τους έχει επίδραση στην αγορά.
Ως τέως Πρόεδρος και Διευθύνουσα Σύμβουλος της εταιρείας ανθρώπινου δυναμικού, Manpower Group επί 14 χρόνια, έχει ξεκάθαρη εικόνα για την ελληνική αγορά εργασίας και τις παθογένειές της, ενώ εκτός από την Συμβουλευτική των Διοικητικών Συμβουλίων που της επιτρέπει να βλέπει εκ των έσω τι πραγματικά συμβαίνει στο επιχειρείν, σήμερα ασκεί καθήκοντα Γενικής Διευθύντριας του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας.
Σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στο powergame.gr, η κα Κουσσία εστιάζει στα σημεία που θα πρέπει να επενδύσει η χώρα προκειμένου να ανέβει πίστα και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά και τη διεθνή επιρροή της, εξηγεί γιατί αδυνατούμε να μετατρέψουμε την γνώση σε προστιθέμενη αξία, και μιλά για τον ρόλο των γυναικών στο σύγχρονο επιχειρείν.
- Κυρία Κουσσία, με την ιδιότητα της Γενικής Διευθύντριας του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, παρακολουθείτε σε καθημερινή βάση τις επιδόσεις της χώρας σε διάφορους τομείς. Πού έχουν γίνει άλματα προόδου και σκοράρουμε ψηλά και πού είμαστε ουραγός;
Η Ελλάδα έχει κάνει εξαιρετικά μεγάλα βήματα εκσυγχρονίζοντας τις υποδομές της με την βοήθεια της τεχνολογίας και της ψηφιοποίησης ώστε να προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες προς τους πολίτες. Ο ισχυρός προσανατολισμός της κυβέρνησης προς τις μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την αγορά και τις επιχειρηματικές σχέσεις έχει βελτιώσει πολύ το κλίμα εμπιστοσύνης των τρίτων απέναντι στην χώρα. Παρόλα αυτά, η ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων χρειάζεται ενδυνάμωση, ώστε να μπορεί να συναγωνιστεί άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, οι οποίες αποτελούν και εναλλακτικές προοπτικές στα μάτια των επενδυτών. Η ανταγωνιστικότητα δεν προκύπτει ξαφνικά. Τα θεμέλια μπαίνουν από συγκεκριμένες αποφάσεις και προτεραιότητες μετά από συστηματική και λεπτομερή διερεύνηση του ανταγωνιστικού μας πλεονεκτήματος σε κάθε περιφέρεια και δήμο και όχι μόνο χώρα. Η αναποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος ιδίως όταν προκύπτουν διαφορές ανάμεσα στο Δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, η έλλειψη κτηματολογίου κυρίως όσον αφορά στην χρήση των γαιών, η καθυστέρηση στον εκσυγχρονισμό του κανονιστικού πλαισίου σε σχέση με τα σύγχρονα ψηφιακά επιχειρηματικά μοντέλα, είναι κάποιες πλευρές που χρειάζεται να μας απασχολήσουν πολύ περισσότερο και να καταβάλλουμε ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια για να ξεφύγουμε με σταθερότητα από τις τελευταίες θέσεις των διεθνών αξιολογήσεων.
- Η αλήθεια είναι ότι συνήθως δίνουμε μεγάλη έμφαση στα μακροοικονομικά στοιχεία και αγνοούμε τα αντίστοιχα micro. Γιατί συμβαίνει αυτό και πόσο σημαντικό είναι να εμπεριέχονται και τα δύο στοιχεία όταν καταρτίζεται μια εθνική στρατηγική;
Όλοι συμφωνούμε ότι η κύρια πρόκληση σ’ ολόκληρη την Ευρώπη είναι η διαμόρφωση ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και της καινοτομίας σε επίπεδο επιχείρησης. Κι όμως, οι στρατηγικές έχουν πολλές φορές «κολλήσει», διότι υπάρχει μία σύγχυση ανάμεσα στα μικρο-οικονομικά και τα μακρο-οικονομικά θέματα. Απαιτείται μία προσέγγιση από την βάση προς τα πάνω σχετικά με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας ως προς τα μικρο-οικονομικά στοιχεία. Οι στρατηγικές αποφάσεις σε σχέση με τις προτάσεις αξίας και τις προτεραιότητες θα πρέπει να λαμβάνονται στις Περιφέρειες και μετά σε Εθνικό Επίπεδο. Επειδή αυτό το φαινόμενο δεν είναι μόνο Ελληνικό (παρόλα τα λαμπρά παραδείγματα, όπως της Ιρλανδίας) η ΕΕ εξέδωσε το 2015 μια Σύσταση προς τις χώρες-μέλη της ώστε να μεριμνήσουν για την ίδρυση Συμβουλίων Ανταγωνιστικότητας ιδιωτικής πρωτοβουλίας, ώστε να συμβάλλουν με τις δράσεις τους και τις προτάσεις τους προς τους διαμορφωτές πολιτικής με στόχο την μεγέθυνση της ανταγωνιστικότητας. Το ΑΕΠ και το μακρο-οικονομικό περιβάλλον δεν είναι από μόνο του ικανό να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα. Αντίθετα, η μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα επηρεάζει την μεγέθυνση του ΑΕΠ καθώς και την μείωση των ανισοτήτων.
- Έχοντας διατελέσει για πολλά χρόνια Πρόεδρος της Manpower, είστε από τους ανθρώπους που γνωρίζουν σε βάθος την ελληνική αγορά εργασίας. Οι επιχειρήσεις αδυνατούν να βρουν καταρτισμένο εργατικό δυναμικό, την ώρα που η ανεργία βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Γιατί δεν βγαίνει η εξίσωση;
Το Παράδοξο της αγοράς των Ταλέντων μπορεί να διορθωθεί όταν ο κοινωνικός διάλογος πάψει να είναι προσχηματικός και γίνει ειλικρινής και τριμερής. Η πανδημία έφερε στο προσκήνιο την ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη για εστίαση στην ουσία των πραγμάτων υπογραμμίζοντας την σημασία της συλλογικής προσπάθειας για την δέσμευση όλων των εμπλεκομένων στην αγορά εργασίας. Ας απαγκιστρωθούμε από την εμμονή με τις παθητικές πολιτικές απασχόλησης που είναι απαραίτητες μεν, αλλά όχι ικανές να γεφυρώσουν το χάσμα που υπάρχει στις δεξιότητες. Λυπάμαι που σχεδόν 20 χρόνια συμμετέχουμε όλοι σε ένα blame game και όχι σε ένα power game.
Το πανεπιστημιακό δίπλωμα δεν είναι συνώνυμο των δεξιοτήτων που χρειάζονται οι εταιρείες, απλά καλύπτει τα νώτα κάποιων. Όταν τα ΤΕΙ μετονομάζονται σε ΑΕΙ δεν προσφέρουν πάντα περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης στους αποφοίτους τους. Οι ψηφιακές δεξιότητες είναι απαραίτητες σε όλους, όποια κι αν είναι η ηλικία τους και το εισόδημά τους, ώστε να πάψουν τα χαρακτηριστικά τους να αποτελούν εμπόδιο στην πρόσβαση τους σε ίσες ευκαιρίες. Η δια-βίου εκπαίδευση δεν αφορά «κάποιους» αλλά όλους μας και για όλην τη διάρκεια του εργασιακού μας βίου. Η αυτοματοποίηση δεν μειώνει θέσεις απλά δημιουργεί νέους ρόλους που χρειάζονται μεγαλύτερη και διαφορετική εξειδίκευση. Η επαγγελματική εκπαίδευση δεν απευθύνεται στα παιδιά ενός κατώτερου θεού, αλλά κυρίως σε εκείνους που έχουν κλίση για τεχνικά επαγγέλματα, τα οποία προσφέρουν προστιθέμενη αξία.
Την τελευταία διετία η συμπερίληψη και η διαφορετικότητα έχουν αναχθεί σε προτεραιότητα των επιχειρήσεων. Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; Μπορούν οι εγχώριες επιχειρήσεις να υιοθετήσουν την κουλτούρα πολυεθνικών, οι οποίες έχουν μάθει διαχρονικά να επενδύουν στους ανθρώπους τους;
Δύο λέξεις που έγιναν της μόδας γρήγορα, αλλά οι καλές πρακτικές θα αργήσουν πολύ να μπουν στην καθημερινότητα των περισσότερων ΜμΕ που πασχίζουν να ανταπεξέλθουν, χωρίς πάντα να έχουν την κατάλληλη προετοιμασία, στην νέα πραγματικότητα. Ας υπογραμμίσουμε, ότι σε γενικές γραμμές το δύσκολο δεν είναι να σχηματίσουμε ένα ΔΣ με ποικιλομορφία. Το δύσκολο είναι να κάνουμε αυτό το ΔΣ να είναι αποτελεσματικό και επιδραστικό. Το δύσκολο είναι να μπορεί ο κάθε Πρόεδρος ΔΣ να ακούει τις διαφορετικές αποχρώσεις των εισηγήσεων και να συνθέτει χωρίς ιδεοληψίες και διακρίσεις. Η ποικιλομορφία είναι ένα εργαλείο για καλύτερη διακυβέρνηση. Η επιτυχία όμως εξαρτάται από την ηγετική ικανότητα του «μαέστρου» σχετικά με τον συντονισμό και κυρίως τις προτεραιότητες ώστε να προκύψει ένα αρμονικό αποτέλεσμα κι όχι απλώς κάποιος «θόρυβος» από τα μολύβια που απλώς κάνουν «tick the box».
- Εστιάζοντας στη θέση της γυναίκας στην αγορά εργασίας που βρισκόμαστε συγκριτικά με το εξωτερικό; Δίνονται ίσες ευκαιρίες στην ανάληψη θέσεων ευθύνης;
Όταν ο σεβασμός στον διπλανό μας, ανεξαρτήτως γένους ή ηλικίας, θα αποτελεί καθημερινή πρακτική και όχι φιλοσοφική θεωρία τότε αυτομάτως η θέση της γυναίκας θα είναι αυτή που της πρέπει. Δεν είναι εύκολο. Πώς να αλλάξεις το σύστημα που σε έφερε σε μια θέση ευθύνης ακόμη κι αν είσαι γυναίκα; Στο σύστημα αυτό θα συμπεριλάμβανα και τα ΜΜΕ με τα πρότυπα που τονίζουν περισσότερο από άλλα, με την δικαιολογία ότι αυτά θέλει ο «κόσμος». Όταν στα παραγωγικά χρόνια της γυναίκας δεν υπάρχει ουσιαστική βοήθεια στα μεσαία εισοδήματα (όλων των εργαζομένων ανεξαρτήτως τομέα και εργασιακού συμβολαίου) δεν πρόκειται η λίστα διαδοχής για τις θέσεις ευθύνης να περιλαμβάνει ισάριθμες γυναίκες με άνδρες. Έχει γίνει πρόοδος αλλά πολύ αργή. Είναι άλλο ένα σημείο όπου το «ευνοϊκό» περιβάλλον για την αύξηση της απασχόλησης των γυναικών παραμένει εμμονικά στις τελευταίες θέσεις και υπονομεύει καθημερινά την ανταγωνιστικότητα.
- Οι υποδομές για το 5G υλοποιούνται με ταχύτατους ρυθμούς στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα, ο ψηφιακός μετασχηματισμός βρίσκεται σε εξέλιξη και ταυτόχρονα παρατηρείται μια αλλαγή κουλτούρας στις επιχειρήσεις – που είναι και το ζητούμενο. Ποια η μεγαλύτερη πρόκληση αυτή τη στιγμή που αντιμετωπίζουμε ως χώρα για να μπορέσουμε να μιλάμε για ελληνικές έξυπνες πόλεις;
«Έξυπνες πόλεις» χαρακτηρίζονται εκείνες που χρησιμοποιούν την τεχνολογία ως εργαλείο προκειμένου να μειώνουν τα προβλήματα που δημιουργεί η εξέλιξη και να ενισχύουν τα οφέλη της αστικοποίησης προς όφελος των κατοίκων της. Παρόλες τις προσπάθειες που γίνονται από τους τοπικούς φορείς, οι αντιλήψεις για την Αθήνα χειροτερεύουν κάθε χρόνο.
Στην προσπάθεια να δημιουργήσουμε καλύτερες πόλεις συχνά βρισκόμαστε μπροστά σε μια πληθώρα αντιξοοτήτων και χρειάζεται να πάρουμε αποσπασματικές αποφάσεις για λύσεις συγκεκριμένων αποσπασματικών προβλημάτων. Οι έξυπνες πόλεις προσφέρουν ένα γοητευτικό πεδίο για καινούργιες ανακαλύψεις και πειραματισμούς σε πολλούς τομείς, όπως η βιώσιμη ενέργεια και οι μεταφορές αλλά και η μεγαλύτερη κοινωνική ενσωμάτωση και η προσέλκυση των ταλέντων, και βέβαια ο αστικός σχεδιασμός. Η πρόκληση είναι η συστηματική παρακολούθηση των τιμών των δεικτών και η ικανότητα εξαγωγής συμπερασμάτων για την προτεραιοποίηση των δράσεων με γνώμονα την ολιστική, και όχι αποσπασματική, βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης. Αυτήν την τεχνογνωσία μπορούν να παρέχουν με επάρκεια και σχέδιο τα Συμβούλια Ανταγωνιστικότητας.
- Υπάρχουν κατά τη γνώμη σας πεδία και πόροι που παραμένουν αναξιοποίητοι στην Ελλάδα; Και αν ναι που θα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας τα επόμενα χρόνια προκειμένου ως χώρα να αυξήσουμε την επιρροή και την ανταγωνιστικότητά μας;
Με αφορμή μια παλαιότερη την δημοσίευση των αποτελεσμάτων Καινοτομίας του Bloomberg είχαμε χαρεί γιατί η χώρα μας είχε κερδίσει 5 βαθμίδες και βρέθηκε στην 30η θέση ανάμεσα σε 200 οικονομίες. 9η στον κόσμο αξιολογήθηκε η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και την ίδια στιγμή βρισκόμασταν στην 50η θέση γιατί δεν μπορούμε να μετατρέψουμε την γνώση σε προστιθέμενη αξία. Γιατί δεν καταφέρνουμε να έχουμε υψηλότερη θέση ως προς τις πατέντες (40η θέση); Τι απογίνονται οι επιστήμονες υψηλών προσόντων; Μήπως αντί να δουλεύουμε ομαδικά μέσα σ’ ένα οικοσύστημα καινοτομίας κι επιχειρηματικότητας απλώς φτιάχνουμε νησίδες από άτομα υψηλών εκπαιδευτικών προσόντων τα οποία δεν καταφέρνουν να συνεργαστούν και να ξεπεράσουν το αποτέλεσμα του εαυτού τους; Μήπως μας καθησυχάζει ο θρίαμβος των μεμονομένων ατόμων και μας απομακρύνει από τις απόλυτα στοχευμένες επιλογές που πρέπει να κάνουμε σε επίπεδο πόλεων, περιφέρειας και εν τέλει χώρας;