Page 59 - ΠΥΞΙΔΑ 2024 – Ετήσια Έκθεση Ανταγωνιστικότητας
P. 59
| 58
Το 2022, οι συνολικές δημόσιες δαπάνες της Ελλάδας Γράφημα 32. Κατανομή δημοσίων δαπανών ανά τομέα (% στο σύνολο
τους), 2022 - Πηγή: Eurostat, Επεξεργασία CompeteGR
ανήλθαν σε €109,2 δισ. (ήτοι περίπου στο 53% σε
σύγκριση με το ΑΕΠ), αυξημένες κατά 23,8% σε σχέση με
το 2019. Σε σχέση με το μέσο όρο της Ε.Ε.-27, η Ελλάδα
παρουσιάζει μεγαλύτερη αναλογικά δαπάνη στην άμυνα
(4,9% στην Ελλάδα έναντι 2,6% Ε.Ε.-27), γεγονός που
αντικατοπτρίζει τις γεωπολιτικές πιέσεις και αναταραχές
της ευρύτερης περιοχής, καθώς και στις δημόσιες
υπηρεσίες (13,5% έναντι 12,0% Ε.Ε.-27). Παράλληλα, η
Ελλάδα κατευθύνει συγκριτκά λιγότερα κονδύλια σε
κρίσιμους τομείς όπως η υγεία (11,3% έναντι 15,5% της
Ε.Ε.-27) και η εκπαίδευση (7,2% έναντι 9,5%).
Όι προκλήσεις αυτές δημιουργούν μια δομή δημοσίων
δαπανών που εμποδίζει τη μακροπρόθεσμη βιώσιμη
ανάπτυξη και περιορίζει την ικανότητα της χώρας να
ενισχύσει την παραγωγικότητα και την καινοτομία. Κατά την περίοδο 2019-2023, το επίπεδο των επενδύσεων
Για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας, της Ελλάδας σε στέγαση ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν το
απαιτείται αναδιάρθρωση των δημοσίων δαπανών, με χαμηλότερο μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.-27, με το 2023
έμφαση στην στους κρίσιμους παραγωγικούς τομείς, να ανέρχονται στο 1,9% έναντι 5,7% κατά μέσο όρο στην
καθώς και βελτίωση της αποδοτικότητας του δημόσιου Ε.Ε.-27. Σε αντίθεση, χώρες όπως η Κύπρος (8,6%) και η
τομέα, ενώ η ενίσχυση της φορολογικής βάσης και η Ιταλία (7%) επενδύουν σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό
καταπολέμηση της φοροδιαφυγής θα μπορούσαν να του ΑΕΠ τους στη στέγαση, δείχνοντας μια πιο ισχυρή
απελευθερώσουν πόρους για πιο παραγωγικές δαπάνες. ανάπτυξη στον τομέα των κατοικιών.
Ακόμα, οι περιορισμένες επενδύσεις στις κατοικίες
Γράφημα 31. Κυριότεροι τομείς δημοσίων δαπανών (€ εκ.) στην Ελλάδα, λειτουργούν και ως εμπόδιο στην προσπάθεια
2015-2022 - Πηγή: Eurostat, Επεξεργασία CompeteGR
μείωσης του λεγόμενου επενδυτικού κενού. Το χαμηλό
αυτό ποσοστό μπορεί να περιορίσει την αύξηση
της προσφοράς κατοικιών, διατηρώντας τις πιέσεις
στις τιμές ενοικίων και πώλησης υψηλές. Ωστόσο, οι
προσιτές τιμές στέγασης είναι κρίσιμης σημασίας για
τη διατήρηση και προσέλκυση εργατικού δυναμικού,
καθώς οι αυξανόμενες τιμές μειώνουν τα πραγματικά
εισοδήματα και τα επίπεδα διαβίωσης.