Όπως “μια ιδέα δεν μπορεί να περάσει από μια γλώσσα σε άλλη χωρίς να αλλάξει” (Miguel de Unamuno) έτσι είναι ανάγκη να κατανοήσουμε ότι το επενδυτικό κλίμα δεν είναι κάτι που μπορούμε απλώς να αντιγράψουμε από άλλες χώρες. Αξιοποιώντας τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν τους Έλληνες, όπως είναι η ευελιξία, η προσαρμοστικότητα, η δυναμική κοινωνική δικτύωση και η έμφυτη επιθυμία για πρόοδο, η χώρα μπορεί να δημιουργήσει ένα μοναδικό και ελκυστικό περιβάλλον για επενδυτές, βασισμένο στις αξίες και παραδόσεις και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που μας διαφοροποιούν.
Σύμφωνα με την έρευνα World’s Best countries To Do Business For Non-European Investors (CEOWORLD, 2024), η Δανία κατατάσσεται πρώτη στον κόσμο για μη Ευρωπαίους επενδυτές, λόγω των απλών κανονισμών και της κεντρικής της θέσης στην Ευρώπη, ακολουθούμενη από τη Νορβηγία. Η Ευρώπη κυριαρχεί στην κορυφή της κατάταξης με εννέα χώρες στις πρώτες 20, ενώ τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σημειώνουν μεγάλη πρόοδο, κατατάσσοντας τα στον τρίτο καλύτερο προορισμό για επενδύσεις. Η Ισπανία στην 5η καλύτερη θέση ξεχωρίζει για το ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον και τις καλές υποδομές. Η Ιταλία βρίσκεται στην 8 η θέση και παρά τις προκλήσεις της γραφειοκρατίας, παραμένει ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις λόγω της στρατηγικής της θέσης και της υποστήριξης των τοπικών αρχών για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Η Πορτογαλία μία θέση πάνω από την Ελλάδα, στην 24η, ξεχωρίζει ως φιλικός προορισμός για μη Ευρωπαίους επενδυτές, προσφέροντας ανταγωνιστικό κόστος, υψηλή ποιότητα ζωής και σταθερό επιχειρηματικό περιβάλλον. Παρά το μικρότερο μέγεθος αγοράς, οι επενδύσεις διευκολύνονται από τις ευνοϊκές πολιτικές, την αυξανόμενη καινοτομία και τη συνεχή βελτίωση των υποδομών της χώρας. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η χώρα κατατάσσεται στην 25η θέση, με συνολικό σκορ 7.7/10. Αν και προσφέρει ένα ανταγωνιστικό ανθρώπινο δυναμικό και αρκετές επενδυτικές ευκαιρίες, παραμένει πίσω λόγω διαχρονικών προβλημάτων. Η έρευνα της Πυξίδας 2024 του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας έρχεται να επιβεβαιώσει ότι η Ελλάδα αν και ξεχωρίζει για την στρατηγική της θέση, την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και την ταχύτατη ανάπτυξη σε αρκετούς τομείς (πχ ψηφιοποίηση), εξακολουθούν να υπάρχουν διαχρονικά εμπόδια, όπως η γραφειοκρατία και η διαφθορά αλλά και η ανάγκη περαιτέρω βελτίωσης του φορολογικού και ρυθμιστικού πλαισίου. Το γενικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον (1ο) και ο ρυθμός ανάπτυξης της αγοράς (2ο) αποτελούν τις κορυφαίες προτεραιότητες για την επιχειρηματική κοινότητα. Ακολουθεί φυσικά το ρυθμιστικό κανονιστικό περιβάλλον (3ο), η πολιτική σταθερότητα(4ο) και ένα ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς (5ο). Το 74% δηλώνει ξεκάθαρα ότι το νομικό και κανονιστικό πλαίσιο δεν ενθαρρύνει την ανταγωνιστικότητα, και μόλις το 18% εκφράζεται θετικά. Το φορολογικό καθεστώς αποτυγχάνει να προσφέρει την ασφάλεια που χρειάζονται οι επιχειρήσεις για να δεσμεύσουν κεφάλαια στην Ελλάδα με το 54% να το χαρακτηρίζει αναποτελεσματικό, ενώ οι επενδυτές δηλώνουν πως τα κίνητρα που προσφέρονται είναι περισσότερο απογοητευτικά παρά ελκυστικά. Μόλις το 28% τα θεωρεί ανταγωνιστικά.
Περισσότεροι από τους μισούς συμμετέχοντες, το 53%, θεωρεί ότι η γραφειοκρατία αποτελεί σοβαρό εμπόδιο, ενώ το εντυπωσιακό 85% δηλώνει ότι η διαφθορά καταστρέφει κάθε έννοια ανταγωνιστικότητας. Η ανθεκτικότητα της οικονομίας σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς βρίσκεται επίσης στο στόχαστρο, με το 46% να εκτιμά ότι είναι από λίγη έως ανύπαρκτη. Την ίδια στιγμή, όμως, καταγράφεται αισιοδοξία καθώς οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη κερδίζουν την αποδοχή του 72%, δείχνοντας ότι υπάρχει διάθεση για βελτίωση, αρκεί όμως να υπάρξει πολιτική βούληση.
Η πρόοδος απαιτεί όχι μόνο απόφαση, αλλά και συνεχιζόμενη επιμονή για ουσιαστική και γρήγορη εφαρμογή των αναγκαίων αλλαγών, αλλαγών απλών με σαφήνεια λαμβάνοντας υπόψη την ελληνική πραγματικότητα και κουλτούρα.
Δρ. Βενετία Κουσία
Εκτελεστική Διευθύντρια CompeteGR
Πηγή: morningview.gr