Της Δρ. Βενετίας Κουσία
Τα ζητήματα που εγείρονται από την ανεστραμένη πυραμίδα των δυτικών κοινωνιών δημιουργούν αλυσιδωτές αντιδράσεις στην αγορά εργασίας, την απασχόληση, και το κοινωνικό κράτος.
Το δημογραφικό επηρεάζει τα έσοδα και τα έξοδα των ασφαλιστικών ταμείων, εφ όσον, όσο κι αν αυξηθεί ο εργασιακός βίος και ενισχυθούν τα προγράμματα ενεργού γήρανσης, λιγότεροι εργαζόμενοι θα πρέπει να συντηρούν περισσότερους συνταξιούχους, οι οποίοι μάλιστα θα ζουν περισσότερο.
Πόσο ελκυστικό είναι το ελληνικό σύστημα, ώστε τόσο εργοδότες όσο και εργαζόμενοι να επιλέγουν την τυπική απασχόληση σε όλα τα σημεία (δηλαδή και ως προς το σύνολο των αποδοχών όσο και ως προς το ωράριο και τις υπερωρίες) και να μην επιλέγουν να την παρακάμψουν θεωρώντας ότι χάνουν “Συγκριτικό Πλεονέκτημα”; Το αυξημένο μη μισθολογικό κόστος μήπως τελικά αποτρέπει πολλούς από τους εμπλεκόμενους στην αγορά εργασίας, τόσο τους υφισταμένους όσο και όσους σκέφτονται να επενδύσουν θεωρώντας οτι οι μισθοί είναι χαμηλοί; Πώς αλλάζει αυτό; Όντως οι επενδυτές ενδιαφέρονται να βρουν τα φθηνότερα χέρια ή τα πιο ταιριαστά μυαλά; Κάνουν τους λογαριασμούς τους με όρους παραγωγικότητας ή με το χαμηλότερο κόστος;
Επίσης, το συνταξιοδοτικό σύστημα, όπως και η κοινωνική ασφάλιση, είναι δύο συντελεστές οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη κατά την απόφαση των εργαζομένων να μείνουν ή να φύγουν από μία αγορά εργασίας. Αφορά το μέλλον τους που πρέπει να ληφθεί υπόψη στις παρούσες επιλογές. Από τα στοιχεία που προκύπτουν από την Παγκόσμια Έκθεση Ανταγωνιστικότητας ως προς το Ταλέντο το 2020, το συνταξιοδοτικό της Ελλάδας κατατάσσεται στην 20η θέση αλλά η κοινωνική προστασία στην 108η. Η σχετικά καλή κατάταξη του συνταξιοδοτικού συστήματος να μην μας αφήσει επαναπαυμένους, για παραπάνω από έναν λόγους. Κάτι πρέπει να κάνουμε εδώ.
Επιπροσθέτως, λόγω πανδημίας το Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ ετοίμασε μία έκθεση αξιολόγησης των 37 χωρών, οι περισσότερες είναι μέλη του ΟΟΣΑ, σχετικά με το κατά πόσον είναι προετοιμασμένες να μετασχηματιστούν και να επιτύχουν στις κοινωνίες που δημιουργούνται μετά την πανδημία, δηλαδή στην νέα κανονικότητα που σιγά σιγά σχηματίζεται. Το λεγόμενο Readiness Report. Σε αυτήν την έκθεση οι δείκτες, που αφορούν τους εργασιακούς νόμους και την κοινωνική προστασία ώστε να καλύπτουν και να προστατεύουν τους εργαζόμενους στις νέες ανάγκες και συνθήκες που δημιουργούνται είχε σημαντική θέση. Η Ελλάδα όμως δεν τα πήγε και πολύ καλά. Πόσο εκσυγχρονίζονται οι νόμοι στη χώρα μας, ώστε να μην αισθάνονται απροστάτευτοι οι εργαζόμενοι από την οικονομία της πλατφόρμας, αλλά και οι επιχειρήσεις να μην καταδικάζονται επειδή επιδιώκουν το λελογισμένο κέρδος; Ποιός είναι ο ρόλος της διαβούλευσης και του κοινωνικού διαλόγου; Γιατί συνεχίζουμε να προτιμάμε τους μονολόγους; Ποιά είναι τελικά η ατζέντα των θεμάτων που ενδιαφέρονται να προωθήσουν τα συνδικάτα; Μήπως κάτι πρέπει να αλλάξει και μάλιστα γρηγορότερα από το παρελθόν;
Οπως όλοι γνωρίζουμε γίνονται συστηματικές προσπάθειες από την Κυβέρνηση ώστε να βελτιώσουμε τη θέση μας και να γίνουμε ελκυστικότεροι τόσο στους σοβαρούς επενδυτές όσο και στους ταλαντούχους εργαζόμενους που ταιριάζουν στο μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό μοντέλλο της χώρας.
Με την πανδημία επαναπροσδιορίστηκαν τα σύνορα και το μέγεθος των αγορών. Πήγαμε σε μια πιό “περιφερειακή” διοίκηση με την έννοια της κατάτμησης της παγκοσμιοποιημένης αγοράς σε μικρότερες περιφέρειες (νισήδες κατά την ΑΤ Kearny) που θα εξυπηρετούν κατά τόπους αγορές για να μην σπάει εύκολα η εφοδιαστική αλυσίδα. Αρχίσαμε την έντονη συζήτηση σχετικά με την επαναβιομηχάνιση της Ευρώπης, των ΗΠΑ, της Ελλάδας. Ομως, προϋπόθεση πλέον δεν είναι τα φθηνά εργατικά χέρια αλλά τα ταλέντα με ταιριαστές δεξιότητες, ώστε οι εταιρείες να γίνουν παραγωγικότερες και οι άνθρωποι να ευημερούν μέσα σε μία παραγωγική και όχι επιδοτούμενη οικονομία.
Οι δημοκρατικότερα διοικούμενες κοινωνίες μάχονται για την μείωση της ψαλίδας. Οι χώρες όμως με τα δημοκρατικά πολιτεύματα μειώνονται αντί να αυξάνονται. Πώς βοηθάει η ασφαλιστική μεταρρύθμιση προς αυτήν την κατεύθυνση; Πώς θα μπορέσουμε να τηρήσουμε τις σημερινές μας υποσχέσεις όταν θα έρθει η επόμενη γενιά που πρέπει να βρει και να λάβει;
* Η Δρ. Βενετία Κουσία είναι Γενική Διευθύντρια Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο capital.gr